Μιχαήλ Β. Μήττας

Introduction

Διάσωση κύριας κατοικίας υπερχρεωμένου οφειλέτη μετά το ν. 4605/2019

Διάσωση κύριας κατοικίας υπερχρεωμένου οφειλέτη μετά το ν. 4605/2019

Σύμφωνα με την προϊσχύουσα (έως 28-2-2019) διάταξη του α. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 (νόμος "Κατσέλη" - υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα), η κύρια κατοικία του οφειλέτη υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις προστατεύονταν από την ρευστοποίηση. Η διάταξη αυτή αποτελούσε υλοποίηση του συνταγματικού δικαιώματος στην στέγη. Ωστόσο, καταργήθηκε και με το μετέπειτα νομικό πλαίσιο, η κύρια κατοικία εντάσσεται πλέον στην ρευστοποιήσιμη περιουσία.

Στα πλαίσια υπόθεσης που αφορούσε ρύθμιση οφειλών φυσικού προσώπου, με αίτηση ενώπιον του αρμόδιου Ειρηνοδικείου μετά τις 28-2-2019, υποστηρίξαμε την εξαίρεση της κύριας κατοικίας από οποιαδήποτε ρευστοποίηση, υπό το πρίσμα συνταγματικών και άλλων υπερνομοθετικής ισχύος διατάξεων. Ειδικότερα, όσον αφορά στην διάταξη του α. 21 παρ. 4 του Συντάγματος , αυτή θεμελιώνει το κοινωνικό δικαίωμα στην στέγαση, το οποίο αν και ασφαλώς δεν γεννά αξίωση του πολίτη έναντι του κράτους για αντίστοιχη παροχή (πχ υποχρέωση νομοθετικής ενέργειας), εντούτοις έχει κανονιστικό περιεχόμενο. Το κανονιστικό περιεχόμενο της συγκεκριμένης συνταγματικής διάταξης (και εν γένει των κοινωνικών δικαιωμάτων) λαμβάνει την μορφή του σχετικού κοινωνικού κεκτημένου, υπό την έννοια της οποίας εφόσον ο νομοθέτης ανταποκρίθηκε στην σχετική συνταγματική υποχρέωση (όπως η λήψη μέτρων για την διασφάλιση της στέγης, εν προκειμένω η θέσπιση όρων προστασίας της από ρευστοποίηση κατά το α. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010) δεν έχει πλέον την ευχέρεια να την καταργήσει πλήρως.[1] Εν προκειμένω, η νομοθετική ρύθμιση του α. 9 παρ. 2 ν. 3869/2010 θέσπισε πλαίσιο προστασίας της κύριας κατοικίας οφειλετών, υπό συγκεκριμένους όρους, εκπληρώνοντας την σχετική συνταγματική του υποχρέωση για διασφάλιση στέγης στους πολίτες, κατά ρητή μάλιστα υπόμνηση της σχετικής αιτιολογικής έκθεση του ν. 3869/2010. Η διάταξη αυτή, η οποία ίσχυσε για περίπου 9 έτη, δημιούργησε κοινωνικό κεκτημένο και σχετική υποχρέωση του κράτους να απέχει από την πλήρη κατάργηση του κείμενου προστατευτικού πλαισίου. Κατά συνέπεια, οι διατάξεις των α. 1 παρ. 1 ν. 4592/2019 και 14 παρ. 1 ν. 4346/2015 τυγχάνουν μη εφαρμοστέες, ως αντίθετες με το Σύνταγμα και ιδίως με το α. 21 παρ. 4 αυτού.Ασφαλώς, πέραν των ανωτέρω, το δικαίωμα του α. 21 παρ. 4 Σ., ως κοινωνικό, αποτελεί την βάση για σύμφωνη με το Σύνταγμα ερμηνεία του νομοθετικού πλαισίου. Περαιτέρω δε, η ανάγκη προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων, αποτελεί λόγο περιορισμού των ατομικών δικαιωμάτων, όπως εκείνων των α. 5 παρ. 1 και 17 παρ. 1 Σ.,[2] υπό τον όρο προστασίας του πυρήνα αμφοτέρων, υπό τις αρχές της αναλογικότητας. Εν προκειμένω, ασφαλώς η ρευστοποίηση της κύριας κατοικίας εμού και των τριών ανήλικων τέκνων μου, παραβιάζει τον πυρήνα του δικαιώματός μας στην στέγαση, αναιρώντας το συνολικά επί της ουσίας. Αντίθετα, σύμφωνα με την πρόταση που υποβάλλω, διασφαλίζεται τόσο το δικαίωμά μας στην στέγαση, όσο και ο πυρήνας του δικαιώματος της πιστώτριας στην ιδιοκτησία.

Σε κάθε δε περίπτωση, σύμφωνα με το τότε ακόμα ισχύον α. 9 παρ. 1 ν. 3869/2010, η ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων, διατηρείται ως δυνατότητα (και όχι φυσικά ως υποχρέωση) του Δικαστηρίου, υπό τον αναγκαίο όρο ότι η εκποίησή τους είναι απαραίτητη για την υποβοήθηση του οφειλέτη να αποπληρώσει τους όρους ρύθμισης των οφειλών του. Εναπόκειται στην κρίση του Δικαστηρίου το αν πράγματι η ρευστοποίηση οποιουδήποτε περιουσιακού στοιχείου (άρα και ακινήτου) θα συμβάλει στην τελική ικανοποίηση των δανειστών. Η κρίση αυτή προφανώς θα πρέπει να στηρίζεται στην στάθμιση των πραγματικών δεδομένων που χαρακτηρίζουν τον οφειλέτη, όπως αναδεικνύονται κατά την αποδεικτική διαδικασία, των οικονομικών προοπτικών που θα προκαλέσει η οποιαδήποτε δικαστική κρίση στον οφειλέτη, το ύψος των απαιτήσεων που θα εισπραχθούν σε κάθε περίπτωση από τους δανειστές και την αναλογική στάθμιση των δικαιωμάτων των μερών και ιδίως του πυρήνα αυτών, όπως αυτά προστατεύονται από το Σύνταγμα και τις λοιπές διατάξεις.

Το αρμόδιο δικαστήριο δέχθηκε τους συγκεκριμένους ισχυρισμούς μας, με αποτέλεσμα να κάνει δεκτή την αίτηση, να ορίσει μηδενικές καταβολές (του α. 8 ν. 3869/2010) και δόση 120 ευρώ μηνιαίως για την διάσωση της κύριας κατοικίας.

Η συγκεκριμένη απόφαση δεν είναι η μόνη με συναφές σκεπτικό. Κατ' αυτόν τον τρόπο αποδεικνύεται ότι σε μεγάλο βαθμό η δικαστική κρίση δύναται να θεραπεύσει αδικίες και αστοχίες που προκύπτουν από τις εκάστοτε νομοθετικές ρυθμίσεις, καταλήγοντας σε νομολογιακές λύσεις που βρίσκονται εγγύτερα στις κονωνικές και οικονομικές ανάγκες.

[1] Κ. Χ. Χρυσόγονου, «Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα», Εκδ. ΣΑΚΚΟΥΛΑ 2006, σελ. 40, Ξ. Κοντιάδη, «Κράτος Πρόνοιας και Κοινωνικά Δικαιώματα, Εκδ. ΑΝΤ. ΣΑΚΚΟΥΛΑ 1997, σελ. 198.

[2] Κ. Χ. Χρυσόγονου, «Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα», Εκδ. ΣΑΚΚΟΥΛΑ 2006, σελ. 42.